Prämisse στα ελληνικά

Μετάφραση: prämisse, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υπόθεση, οίκημα, κατάστημα, προϋπόθεση, παραδοχή, αρχή, σκεπτικό
Prämisse στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • angeraten στα ελληνικά - ενημέρωσε, συνιστάται, συμβουλεύονται, συμβούλευσε, ενημερώνονται
  • beutelartig στα ελληνικά - μαρσιποφόρος, marsupial, μαρσιποφόρα, μαρσιποφόρο, μαρσιποφόρων
  • buchhalter στα ελληνικά - ελεγκτής, λογιστής, λογιστή, Accountant, Ελεγκτής Λογιστής, ΛΟΓΙΣΤΗΣ
  • cellist στα ελληνικά - τσελίστας, βιολοντσελίστας, τσελίστα, βιολοντσελίστα, ο τσελίστας
Τυχαίες λέξεις
Prämisse στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υπόθεση, οίκημα, κατάστημα, προϋπόθεση, παραδοχή, αρχή, σκεπτικό