Κατάστημα στα γερμανικά
Μετάφραση: κατάστημα, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
laden, prämisse, lokal, voraussetzung, annahme, geschäftslokal, Geschäft, Laden, Werkstatt, Shop
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κατάστημα
κατάστημα υγειονομικού ενδιαφέροντος, κατάστημα forthnet, κατάστημα γερμανός, κατάστημα κωτσόβολος, κατάστημα αθλητικών ειδών, κατάστημα λεξικό γλώσσας γερμανικά, κατάστημα στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- κατάσκοπος στα γερμανικά - spionieren, kundschafter, spion, Spion, Spionage, spy
- κατάσταση στα γερμανικά - situation, zustand, argument, behauptung, stellung, erklärung, status, ...
- κατάστρωμα στα γερμανικά - verdeck, deck, Deck, Liege, Decks
- κατάσχω στα γερμανικά - übernehmen, beschlagnahmen, erobern, konfiszieren, sequestrieren, sequestrate, zu sequestrieren
Τυχαίες λέξεις
Κατάστημα στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: laden, prämisse, lokal, voraussetzung, annahme, geschäftslokal, Geschäft, Laden, Werkstatt, Shop
Μεταφράσεις: laden, prämisse, lokal, voraussetzung, annahme, geschäftslokal, Geschäft, Laden, Werkstatt, Shop