Prahlerisch στα ελληνικά
Μετάφραση: prahlerisch, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επιδεικτικός, φιγουρατζής, καμαρωτός, boastfully
Μεταφράσεις
- assistent στα ελληνικά - βοηθός, βοηθό, βοηθού, βοηθοί
- autolack στα ελληνικά - βάφω
- böswillig στα ελληνικά - μοχθηρός, εμπαθής, κακόβουλος, κακόβουλα, κακόβουλη πρόθεση, με κακόβουλη πρόθεση, με κακόβουλη, ...
- dezentralisierung στα ελληνικά - αποκέντρωση, αποκέντρωσης, την αποκέντρωση, η αποκέντρωση, της αποκέντρωσης
Τυχαίες λέξεις
Prahlerisch στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επιδεικτικός, φιγουρατζής, καμαρωτός, boastfully
Μεταφράσεις: επιδεικτικός, φιγουρατζής, καμαρωτός, boastfully