Produktivität στα ελληνικά
Μετάφραση: produktivität, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παραγωγικότητα, παραγωγικότητας, της παραγωγικότητας, την παραγωγικότητα, η παραγωγικότητα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- abscheulichkeit στα ελληνικά - σίχαμα, απέχθεια, αποστροφή, βδέλυγμα, βδελυγμα, το βδέλυγμα, βδελυγμία
- base στα ελληνικά - βάση, βάσης, βάσεως, βασικό, βάσεων
- beschwert στα ελληνικά - παραπονέθηκε, κατήγγειλε, διαμαρτυρήθηκε, παραπονέθηκαν, η καταγγελία
Τυχαίες λέξεις
Produktivität στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παραγωγικότητα, παραγωγικότητας, της παραγωγικότητας, την παραγωγικότητα, η παραγωγικότητα
Μεταφράσεις: παραγωγικότητα, παραγωγικότητας, της παραγωγικότητας, την παραγωγικότητα, η παραγωγικότητα