Παραγωγικότητα στα γερμανικά
Μετάφραση: παραγωγικότητα, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
produktivität, leistungsfähigkeit, Produktivität, Produktivitäts, die Produktivität, der Produktivität
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παραγωγικότητα
παραγωγικότητα επιχειρησης, παραγωγικότητα και αμοιβή εργασίας, παραγωγικότητα στην εκπαίδευση, παραγωγικότητα και ανταγωνιστικότητα, παραγωγικότητα εργασίας τυπος, παραγωγικότητα λεξικό γλώσσας γερμανικά, παραγωγικότητα στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- παραγωγή στα γερμανικά - erlös, gesamtproduktion, ausgang, ergeben, arbeitsleistung, leistung, ausbringung, ...
- παραγωγικός στα γερμανικά - erzeugend, ergiebig, fruchtbar, erwirtschaftend, produktiv, produktiven, produktive, ...
- παραγωγός στα γερμανικά - hersteller, produzentin, produzent, Hersteller, Produzent, Produzenten, Erzeuger
- παραδέρνω στα γερμανικά - flunder, butt, Flunder-, Butt, Scholle, flounder
Τυχαίες λέξεις
Παραγωγικότητα στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: produktivität, leistungsfähigkeit, Produktivität, Produktivitäts, die Produktivität, der Produktivität
Μεταφράσεις: produktivität, leistungsfähigkeit, Produktivität, Produktivitäts, die Produktivität, der Produktivität