Reden στα ελληνικά
Μετάφραση: reden, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ξεστομίζω, απόλυτος, στόμιο, συνομιλώ, μιλώ, καθαρός, κρένω, ομιλία, εκστομίζω, στόμα, κουβέντα, συζήτηση, ομιλίας, μιλάμε
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- affen στα ελληνικά - πιθήκους, πίθηκοι, μαϊμούδες, πιθήκων, οι πίθηκοι
- aphoristische στα ελληνικά - επιγραμματική, αφοριστικό, αφοριστικές
- aufgedreht στα ελληνικά - δυναμώστε, εμφανιστείτε, εμφανιστούν, εμφανιστεί, μετατρέψει
- dezentral στα ελληνικά - περιφερειακός, αποκεντρωμένη, αποκεντρωμένης, αποκεντρωμένες, αποκεντρωμένων, αποκεντρωμένο
Τυχαίες λέξεις
Reden στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ξεστομίζω, απόλυτος, στόμιο, συνομιλώ, μιλώ, καθαρός, κρένω, ομιλία, εκστομίζω, στόμα, κουβέντα, συζήτηση, ομιλίας, μιλάμε
Μεταφράσεις: ξεστομίζω, απόλυτος, στόμιο, συνομιλώ, μιλώ, καθαρός, κρένω, ομιλία, εκστομίζω, στόμα, κουβέντα, συζήτηση, ομιλίας, μιλάμε