Λέξη: απολαυστικός

Σχετικές λέξεις: απολαυστικός

απολαυστικόσ διάλογοσ φασιστών στο facebook, απολαυστικός αγγλικα, απολαυστικός ο μάρκος σεφερλής στην τατιάνα βίντεο, απολαυστικός συνώνυμα

Συνώνυμα: απολαυστικός

ευχάριστος

Μεταφράσεις: απολαυστικός

απολαυστικός στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
delectable, enjoyable, pleasurable, delicious, delightful

απολαυστικός στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
delicioso, deleitable, deliciosa, deliciosos, exquisita

απολαυστικός στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
köstlich, köstliche, köstlichen, delectable, köstliches

απολαυστικός στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
voluptueux, délicieux, délectable, délicieuse, savoureux, délectables

απολαυστικός στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
delizioso, deliziosa, deliziosi, delectable, dilettevole

απολαυστικός στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
deleitável, delicioso, deliciosa, delectable, deliciosos

απολαυστικός στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
verrukkelijk, heerlijk, heerlijke, verrukkelijke, overheerlijk

απολαυστικός στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
восхитительный, прелестный, восхитительной, усладительный, восхитительные, восхитительная

απολαυστικός στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
delectable, lekre, lekreste, deilig, herlig

απολαυστικός στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
läcker, delectable, härliga, ljuvlig, läckra

απολαυστικός στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
viehättävä, herkullinen, delectable, herkullisia, ihania, katutason

απολαυστικός στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
liflig, delectable, lækkert, lækre, herlige

απολαυστικός στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
rozkošný, utěšený, delikátní, zábavný

απολαυστικός στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
rozkoszny, przemiły, wyśmienite, delectable, pysznie

απολαυστικός στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
élvezetes, kellemes, gyönyörûséges, ízletes, megválogatott

απολαυστικός στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
nefis, nefis bir, leziz, enfes

απολαυστικός στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
чудовий, прекрасне, чудове

απολαυστικός στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
i këndshëm, këndshëm, të këndshëm, kënaqshëm, i kënaqshëm

απολαυστικός στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
възхитителен, прекрасен, възхитително, прелестна, възхитителна

απολαυστικός στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
цудоўны, чароўны

απολαυστικός στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
rõõmustav, Hõrgutav, Meeliköitev, delectable

απολαυστικός στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
prijatan, sladak, slasni

απολαυστικός στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
hrífandi

απολαυστικός στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
skanus, puikūs, Rozkoszny, pasitenkinimą suteikianti, Przemiły, Smacznym

απολαυστικός στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
gards, delectable

απολαυστικός στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
прекрасна, прекрасна љубовна

απολαυστικός στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
delicioase, delectable, delicioasă, încântătoare

απολαυστικός στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
delikátní, Prijetno, užitka

απολαυστικός στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
rozkošný, vyriešené, utešený
Τυχαίες λέξεις