Relevant στα ελληνικά

Μετάφραση: relevant, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σχετικός, σχετικές, σχετικών, σχετική, σχετικό
Relevant στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abbaustoffwechsel στα ελληνικά - καταβολισμός, καταβολισμό, καταβολισμού, τον καταβολισμό, καταβολισμό των
  • begierigkeit στα ελληνικά - ζήλος, προθυμία, την προθυμία, ζήλο, ανυπομονησία
  • besitzgier στα ελληνικά - κατοχή, κατοχής, της κατοχής, διαθέτει, την κατοχή
  • demütigung στα ελληνικά - εξευτελισμός, ταπείνωση, διασυρμός, ταπείνωσης, εξευτελισμό, την ταπείνωση, ταπεινώσεις
Τυχαίες λέξεις
Relevant στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σχετικός, σχετικές, σχετικών, σχετική, σχετικό