Rettungslos στα ελληνικά
Μετάφραση: rettungslos, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απελπισμένος, απελπιστικά, απελπισμένα, αθεράπευτα, ανεπανόρθωτα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- anstand στα ελληνικά - κοσμιότητα, ευπρέπεια, φρονιμάδα, πολιτική, ευπρέπειας, την ευπρέπεια
- auflösungen στα ελληνικά - ψηφίσματα, ψηφισμάτων, ψηφίσματά, ψηφίσματος, ψηφίσματα του
- außerordentliche στα ελληνικά - έκτακτη, έκτακτα, έκτακτες, εξαιρετικό, εξαιρετική
- champagner στα ελληνικά - σαμπάνια, σαμπάνιας, με σαμπάνια, τη σαμπάνια
Τυχαίες λέξεις
Rettungslos στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απελπισμένος, απελπιστικά, απελπισμένα, αθεράπευτα, ανεπανόρθωτα
Μεταφράσεις: απελπισμένος, απελπιστικά, απελπισμένα, αθεράπευτα, ανεπανόρθωτα