Λέξη: καταλληλότητα
Σχετικές λέξεις: καταλληλότητα
καταλληλότητα παραλιών σαλαμίνας, καταλληλότητα συνώνυμο, καταλληλότητα παραλιών αττικής 2013, καταλληλότητα παραλιών αττικής, καταλληλότητα οικοπέδου, καταλληλότητα παραλιών αττικής 2012, καταλληλότητα φροντιστηρίων, καταλληλότητα κτιρίων για στέγαση φροντιστηρίων και κεκ, καταλληλότητα νερού, καταλληλότητα ταινιών
Συνώνυμα: καταλληλότητα
αρμοδιότης, αρμοδιότητα, υγεία, επάρκεια, καταλληλότης
Μεταφράσεις: καταλληλότητα
καταλληλότητα στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
fitness, appropriateness, adequacy, suitability, relevance
καταλληλότητα στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
capacidad, aptitud, gimnasio, de fitness, la aptitud, de la aptitud
καταλληλότητα στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
tauglichkeit, fitness, seetüchtigkeit, Fitness, Eignung
καταλληλότητα στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
vigueur, force, santé, habileté, aptitude, forme, remise en forme, conditionnement physique, physique
καταλληλότητα στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
fitness, palestra, idoneità, di fitness, forma fisica
καταλληλότητα στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
ajustar, aptidão, caber, dizer, fitness, de fitness, ginástica, de ginástica
καταλληλότητα στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
geschiktheid, fitness, fitnesscentrum, fitnessruimte
καταλληλότητα στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
соответствие, годность, уместность, пригодность, приспособленность, фитнес, фитнесс, тренажерный, пригодности
καταλληλότητα στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
fitness, trenings, kondisjon, Treningssenter, treningsrom
καταλληλότητα στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
fitness, Gym, kondition, lämplighet
καταλληλότητα στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kelpoisuus, sopivuus, hyväkuntoisuus, sopiminen, kunto, kuntokeskus, kuntokeskus tai, fitness, kuntosali
καταλληλότητα στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
fitness, fitnesscenter, fitnesscenter eller, egnethed, fitnessrum
καταλληλότητα στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
způsobilost, schopnost, vhodnost, kondice, zdatnost, zdraví, fitness
καταλληλότητα στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
siłownia, przydatność, zdatność, sprawność, tężyzna, fitness, fitnes, przydatności, ćwiczeń
καταλληλότητα στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
használhatóság, alkalmasság, állóképesség, fitness, fitnesz, fitneszközponttal
καταλληλότητα στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
uygunluk, Spor, spor salonu, spor salonu veya, Fitness
καταλληλότητα στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
придатність, доречність, фітнес, фитнес
καταλληλότητα στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
durim, përshtatshmëri, palestër, Fitness, fitnes
καταλληλότητα στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
фитнес, годност, фитнес зала
καταλληλότητα στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
фітнес, фітнэс
καταλληλότητα στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
sobivus, vormisolek, kohasus, fitness, Treeninguseadmed, sobivuse, sportimiseks
καταλληλότητα στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
prikladnost, podobnost, forma, sposobnost, fitness, fitnes, tjelovježbu, za tjelovježbu
καταλληλότητα στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
hæfni, líkamsræktaraðstaða.Á, gufubað, líkamsræktaraðstaða.Þráðlaus, líkamsræktarstöð
καταλληλότητα στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
fitnesas, sporto klubas, fitneso, Sveikatingumo, treniruoklių
καταλληλότητα στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
piemērotība, fitnesa, fitness, sports, sporta
καταλληλότητα στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
фитнес, кондиција, на фитнес, подготвеност
καταλληλότητα στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
fitness, de fitness, Sală, Sală de, Sala de
καταλληλότητα στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
fitnes, fitness, sposobnost, fitnesom, za fitnes
καταλληλότητα στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
vhodnosť, vhodnosti, primeranosť, relevantnosť, spôsobilosť