Schüchtern στα ελληνικά
Μετάφραση: schüchtern, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σεμνότυφος, διστακτικός, συνεσταλμένος, ντροπαλός, σεμνός, άτολμος, μαζεμένος, δειλός, ντροπαλό, ντροπαλή, ντροπαλοί, ντροπαλός για
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- automation στα ελληνικά - αυτοματοποίηση, αυτοματισμός, αυτοματισμού, αυτοματοποίησης, την αυτοματοποίηση
- brüten στα ελληνικά - επώαση, ράτσα, φυλή, αναπαράγονται, αναπαραχθούν, φυλής
- comeback στα ελληνικά - επάνοδος, επιστροφή, την επιστροφή, επιστρέφει, επάνοδό
- drehungen στα ελληνικά - περιστροφές, περιστροφών, στροφές, εναλλαγών, εναλλαγές
Τυχαίες λέξεις
Schüchtern στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σεμνότυφος, διστακτικός, συνεσταλμένος, ντροπαλός, σεμνός, άτολμος, μαζεμένος, δειλός, ντροπαλό, ντροπαλή, ντροπαλοί, ντροπαλός για
Μεταφράσεις: σεμνότυφος, διστακτικός, συνεσταλμένος, ντροπαλός, σεμνός, άτολμος, μαζεμένος, δειλός, ντροπαλό, ντροπαλή, ντροπαλοί, ντροπαλός για