Schnörkel στα ελληνικά
Μετάφραση: schnörkel, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κραδαίνω, ανθίζω, ακμάζω, ανθώ, ανθίσει, ανθίσουν, ακμάζουν, ευδοκιμήσουν, ευδοκιμούν
Μεταφράσεις
- amtsenthebung στα ελληνικά - αποπομπή, απόλυση, μομφής, μομφή, καθαίρεσης, τη μομφή, μομφή εναντίον
- aufbegehrend στα ελληνικά - ανυπότακτος, στασιαστικός, επαναστατική, επαναστατικές, επαναστατικός
- beschreibend στα ελληνικά - περιγραφικός, περιγραφικό, περιγραφική, περιγραφικού, περιγραφικά
- brandwand στα ελληνικά - μάρκα, μάρκας, εμπορικό σήμα, σήμα, σήματος
Τυχαίες λέξεις
Schnörkel στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κραδαίνω, ανθίζω, ακμάζω, ανθώ, ανθίσει, ανθίσουν, ακμάζουν, ευδοκιμήσουν, ευδοκιμούν
Μεταφράσεις: κραδαίνω, ανθίζω, ακμάζω, ανθώ, ανθίσει, ανθίσουν, ακμάζουν, ευδοκιμήσουν, ευδοκιμούν