Λέξη: κεράσι

Σχετικές λέξεις: κεράσι

κεράσι γλυκό τραγανό, κεράσι shop, κεράσι ποτό, κεράσι διατροφική αξία, κεράσι γλυκό κουταλιού, κεράσι γλυκό, κεράσι της ιερουσαλήμ, κεράσι θερμίδες, κεράσι μαρμελάδα, κεράσι ιδιότητες

Συνώνυμα: κεράσι

κερασιά

Μεταφράσεις: κεράσι

κεράσι στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
cherry, cherries

κεράσι στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
cereza, guinda, cerezo, la cereza, de cerezo, cherry

κεράσι στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
kirsche, Kirsch, cherry, Kirsche

κεράσι στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
cerise, cerisier, rouge, griotte, griottier, cerises, la cerise, cherry

κεράσι στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
ciliegia, ciliegio, di ciliegio, cherry, della ciliegia

κεράσι στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
vermelho, cereja, rubro, de cereja, cerejeira, da cereja, cherry

κεράσι στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
kers, rood, blozend, kersen, cherry, de Kers, van de Kers

κεράσι στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
рыжий, вишневый, красный, алый, черешня, вишнёвка, румяный, вишня, Cherry, вишни, вишневого

κεράσι στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
kirsebær, cherry, kirsebærtre, i Cherry

κεράσι στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
körsbär, körsbärs, cherry, körsbärsröd, körsbärsträ

κεράσι στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kirsikkapuu, punainen, kirsikka, cherry, kirsikkaa, kirsikan

κεράσι στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
kirsebær, Cherry, kirsebærtræ, i Cherry, af Cherry

κεράσι στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
višeň, třešně, višně, třešeň, Cherry, třešňový, třešňového

κεράσι στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
czereśnia, wiśnia, wisienka, czereśniowy, wiśniowy, cherry

κεράσι στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
cseresznye, ujjmaró, cherry, cseresznyefa, meggy, cseresznyepap

κεράσι στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kızıl, kiraz, kırmızı, Cherry, vişne, çeri

κεράσι στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
вишня, черешня, вишневий, вишні

κεράσι στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
qershi, Cherry, qershia, qershie, vishnje

κεράσι στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
червен, череша, черешово, череши, черешов, черешова

κεράσι στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
чырвоны, вішня, вішні

κεράσι στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
putitama, kirsipunane, kirss, Cherry, kirsi, kirsipuu, kirsid

κεράσι στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
trešnja, višnja, višnje, trešnje, cherry

κεράσι στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
kirsuber, Cherry, kirsuberja, lífrænt

κεράσι στα λατινικά

Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
cerasus

κεράσι στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
vaisius, vyšnia, raudonas, trešnė, vyšnių, Cherry, vyšnios, nusidažo sodriai

κεράσι στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
sarkans, ķirsis, ķiršu, ķirši, cherry

κεράσι στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
црешата, цреша, вишна, Вишновата, од цреша

κεράσι στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
cireaşă, roşu, cireașă, cires, cireșe, de cires, cireș

κεράσι στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
češnja, češnjev, cherry, češnje, češenj

κεράσι στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
tresne, čerešňa, cherry, čerešňu

Στατιστικά δημοτικότητας: κεράσι

Τυχαίες λέξεις