Schranke στα ελληνικά
Μετάφραση: schranke, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πύλη, δεμένος, αυλόπορτα, θύρα, φράγμα, εμπόδιο, φραγμού, φραγμό, φράγματος
Μεταφράσεις
- abgeneigt στα ελληνικά - αντίθετος, απεχθάνονται, αποστρέφονται, αποστροφή, αποστρέφονται τον
- aufgeblasenheit στα ελληνικά - κενοδοξία, ματαιοδοξία, ματαιότητα, φούσκωμα, αέριο, βενζίνη, φιλαυτία, ...
- bassgeigen στα ελληνικά - μπάσο, μπάσων, μπάσα, μπάσου, bass
- dengeln στα ελληνικά - σφυρηλάτηση, peening, σφυροκόπηση
Τυχαίες λέξεις
Schranke στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πύλη, δεμένος, αυλόπορτα, θύρα, φράγμα, εμπόδιο, φραγμού, φραγμό, φράγματος
Μεταφράσεις: πύλη, δεμένος, αυλόπορτα, θύρα, φράγμα, εμπόδιο, φραγμού, φραγμό, φράγματος