Λέξη: ικετεύω

Σχετικές λέξεις: ικετεύω

ικετεύω αντίθετο, ικετεύω αρχαία, σε ικετεύω

Συνώνυμα: ικετεύω

παρακαλώ, ζητιανεύω, ζητώ, επαιτώ, προσεύχομαι, εύχομαι, συνηγορώ, απαντώ εις κατηγορίαν, προφασίζομαι, αγορεύω, υπερασπίζω, θερμοπαρακαλώ, κάνω αίτηση, εκλιπαρώ

Μεταφράσεις: ικετεύω

ικετεύω στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
beg, implore, beseech, entreat, plead

ικετεύω στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
pordiosear, implorar, pedir, orar, suplicar, mendigar, BEG, ruego, a BEG, rogar

ικετεύω στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
anflehen, flehen, betteln, bitten, Grundk, beg, Anfanges

ικετεύω στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
conjurer, adjurer, réclamer, implorons, mendier, requérir, implorer, demander, implorez, quémander, implorent, prier, supplier, Beg, Débutant, de Beg

ικετεύω στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
mendicare, implorare, questuare, elemosinare, Beg, di Beg

ικετεύω στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
implique, rogar, implore, mendigar, pedir, implorar, Beg

ικετεύω στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
afsmeken, schooien, bedelen, smeken, begin, het begin, beg

ικετεύω στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
клянчить, умолять, умолить, упрашивать, заклинать, христарадничать, служить, молить, побираться, попросить, просить, попрошайничать, упросить, взмолиться, нищенствовать, Beg, бек, прошу, нач

ικετεύω στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
bønnfalle, beg, på beg, tigge

ικετεύω στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
tigga, bettla, beg, början, i början

ικετεύω στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
ruinata, mankua, pyytää, vedota, anoa, rukoilla, kinuta, kerjätä, BEG

ικετεύω στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
bede, beg, starten, i beg, tigge

ικετεύω στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
zapřísahat, prosit, vzývat, žebrat, žádat, Beg, zač, ukecat

ικετεύω στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
wybłagać, żebrać, błagać, zebrać, dopraszać, prosić, beg, Pocz

ικετεύω στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
könyörög, Beg, koldulni, bég, koldulásra

ικετεύω στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
dilenmek, beg, itiraf etmek, arka ayakları üzerinde durmak, dilemek

ικετεύω στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
прохати, просіть, прощення, потенціальний, попрохати, потенційний, слугувати, просити, проситиме, проситимуть

ικετεύω στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
lus, lutem, lypin, janë lypsarë, beg, kërkoj

ικετεύω στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
просите, помолвам, прося, моля, умолявам, нач

ικετεύω στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
прасіць

ικετεύω στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kerjama, paluma, anuma, algaja, algaja On, beg

ικετεύω στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
zaklinjati, preklinjati, prositi, tražiti, moliti, beg, bega, begova

ικετεύω στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
betla, Beg, Biðja

ικετεύω στα λατινικά

Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
precor, oro

ικετεύω στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
elgetauti, BEG, NEMALDAUKITE, Izlūgties, duoneliauti

ικετεύω στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
ubagot, izlūgties, BEG, ir BEG, atļauties

ικετεύω στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
бег, Го молат, бегови, молат, беговата

ικετεύω στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
ceri, ruga, beg, cerși, cere de la

ικετεύω στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
žebrat, prosit, beg, Prositi, biotsko raznovrstnost, za biotsko raznovrstnost, biotsko raznovrstnost si

ικετεύω στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
žobrať, žebrat
Τυχαίες λέξεις