Αυλόπορτα στα γερμανικά
Μετάφραση: αυλόπορτα, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
gatter, pforte, flugsteig, schranke, tor, anguss, Gate, Gatter
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αυλόπορτα
αυτόματη αυλόπορτα, σιδερένια αυλόπορτα, αυλόπορτα τιμές, αυλόπορτα συρόμενη δίφυλλη επάλληλη, συρόμενη αυλόπορτα, αυλόπορτα λεξικό γλώσσας γερμανικά, αυλόπορτα στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- αυλητής στα γερμανικά - flötistin, flötist, Pfeifer, piper, Dudelsack, Dudelsackspieler
- αυλικός στα γερμανικά - höfling, Höfling, Hofmann, Höflings, Hofmanns, courtier
- αυλός στα γερμανικά - rohre, pfeifenkopfschlüssel, kannelierung, röhre, rohrleitung, pfeife, rohr, ...
- αυνανισμός στα γερμανικά - onanie, masturbation, Selbstbefriedigung, Masturbation, Befriedigung, Onanie
Τυχαίες λέξεις
Αυλόπορτα στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: gatter, pforte, flugsteig, schranke, tor, anguss, Gate, Gatter
Μεταφράσεις: gatter, pforte, flugsteig, schranke, tor, anguss, Gate, Gatter