Seil στα ελληνικά

Μετάφραση: seil, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καλώδιο, σκοινί, σχοινί, σχοινιού, σχοινιά, σχοινιών
Seil στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • besitznahme στα ελληνικά - σφετερισμός, απόκτηση, απόκτησης, την απόκτηση, εξαγορά, αγορά
  • borretsch στα ελληνικά - μποράντσα, μποράντζα, βόραγο, μποράτσας, borage
  • digitalisierend στα ελληνικά - ψηφιοποίηση, ψηφιοποίησης, την ψηφιοποίηση, μετατροπής σε ψηφιακή μορφή, ψηφιοποιώντας
Τυχαίες λέξεις
Seil στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καλώδιο, σκοινί, σχοινί, σχοινιού, σχοινιά, σχοινιών