Stern στα ελληνικά
Μετάφραση: stern, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πρωταγωνιστής, αστερίσκος, διαμάντι, αστέρι, αστέρων, Κατηγορία, αστέρων ξενοδοχείο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- adverb στα ελληνικά - επίρρημα, επιρρήματος, το επίρρημα
- begrenzung στα ελληνικά - φραγμός, περιστολή, περιορίζω, περιθώριο, ορισμός, συστολή, περιορισμός, ...
- bestattungsmeister στα ελληνικά - κηδεία, Η κηδεία, κηδείας, την κηδεία, κηδεία του
- bewältigen στα ελληνικά - δραστηριοποιούμαι, παλεύω, διευθύνω, αντεπεξέρχομαι, καταφέρνω, αρπάζομαι, αγορά, ...
Τυχαίες λέξεις
Stern στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πρωταγωνιστής, αστερίσκος, διαμάντι, αστέρι, αστέρων, Κατηγορία, αστέρων ξενοδοχείο
Μεταφράσεις: πρωταγωνιστής, αστερίσκος, διαμάντι, αστέρι, αστέρων, Κατηγορία, αστέρων ξενοδοχείο