Stoppel στα ελληνικά

Μετάφραση: stoppel, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καλαμιές, γένια, καλαμιά, καλαμιάς, κοντά γένια, καλαμιάς με
Stoppel στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • berichtigt στα ελληνικά - διορθώθηκε, διορθωθεί, διορθωμένη, διορθώνονται, διορθώνεται
  • bezahlte στα ελληνικά - καταβάλλεται, που καταβάλλονται, καταβάλλονται, καταβληθεί, καταβλήθηκε
  • charismen στα ελληνικά - χαρισμάτων, χαρίσματα, τα χαρίσματα, των χαρισμάτων, χαρίσματα που
  • chirurgin στα ελληνικά - χειρουργός, χειρουργό, χειρούργος, χειρούργο, χειρουργού
Τυχαίες λέξεις
Stoppel στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καλαμιές, γένια, καλαμιά, καλαμιάς, κοντά γένια, καλαμιάς με