Streicheln στα ελληνικά

Μετάφραση: streicheln, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θωπεύω, κτύπημα, αποπληξία, χτύπημα, προσβολή, εγκεφαλικό επεισόδιο
Streicheln στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aussteuer στα ελληνικά - χάρισμα, προικοδότηση, προίκα, προίκας, την προίκα, προικιά, τα προικιά
  • beschriften στα ελληνικά - επιγραφή, ετικέτα, σήμα, ετικέτας, σήματος
  • desorganisierte στα ελληνικά - αποδιοργανωμένη, αποδιοργανωμένο, ανοργάνωτο, ανοργάνωτη, ανοργάνωτα
Τυχαίες λέξεις
Streicheln στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θωπεύω, κτύπημα, αποπληξία, χτύπημα, προσβολή, εγκεφαλικό επεισόδιο