Streit στα ελληνικά
Μετάφραση: streit, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καυγαδίζω, κωπηλατώ, επιχείρημα, φιλονικία, μάχη, διαμάχη, διεκδικώ, αεράκι, καυγάς, διαφωνία, αύρα, μάχομαι, αμφισβητούμενος, διαπληκτίζομαι, γέρνω, διαφορά, διένεξη, διαφοράς, διαφορών
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- abgewandert στα ελληνικά - μετανάστευσαν, μετανάστευσε, μεταναστεύσει, μετεγκατάσταση, μεταναστεύει
- ausführbarkeit στα ελληνικά - σκοπιμότητα, σκοπιμότητας, εφικτότητα, σκοπιμότητας που, εφικτότητας
- ausgabe στα ελληνικά - προορισμός, κοστίζω, δαπάνες, αριθμός, θέμα, δημοσιεύω, τύπος, ...
- beifügen στα ελληνικά - προσθέτω, περιλαμβάνω, συμπεριλαμβάνω, προσθέστε, προσθέσετε, προσθέτουν, προσθέσει, ...
Τυχαίες λέξεις
Streit στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καυγαδίζω, κωπηλατώ, επιχείρημα, φιλονικία, μάχη, διαμάχη, διεκδικώ, αεράκι, καυγάς, διαφωνία, αύρα, μάχομαι, αμφισβητούμενος, διαπληκτίζομαι, γέρνω, διαφορά, διένεξη, διαφοράς, διαφορών
Μεταφράσεις: καυγαδίζω, κωπηλατώ, επιχείρημα, φιλονικία, μάχη, διαμάχη, διεκδικώ, αεράκι, καυγάς, διαφωνία, αύρα, μάχομαι, αμφισβητούμενος, διαπληκτίζομαι, γέρνω, διαφορά, διένεξη, διαφοράς, διαφορών