Strohig στα ελληνικά
Μετάφραση: strohig, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άγονος, στείρος, θαμπό, βαρετή, θαμπά, θαμπή, λαδομπογιά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ballbesitz στα ελληνικά - κατοχή, στην κατοχή, που έχει στην κατοχή, έχει στην κατοχή, στη διάθεσή, έχει στη διάθεσή
- begehrend στα ελληνικά - επιθυμώντας, επιθυμεί, επιθυμούν, που επιθυμούν, που επιθυμεί
- dienlich στα ελληνικά - χρήσιμος, χρήσιμες, χρήσιμο, χρήσιμη, χρήσιμα
- doppelzentner στα ελληνικά - διπλή, διπλό, διπλά, διπλής, διπλού
Τυχαίες λέξεις
Strohig στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άγονος, στείρος, θαμπό, βαρετή, θαμπά, θαμπή, λαδομπογιά
Μεταφράσεις: άγονος, στείρος, θαμπό, βαρετή, θαμπά, θαμπή, λαδομπογιά