Stumpf στα ελληνικά
Μετάφραση: stumpf, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κούτσουρο, μονοκόμματος, βαρετός, απότομος, αμβλύς, πληκτικός, μουχρός, χαζός, μουντός, περικομμένο, ακρωτηριασμένη, περικομμένη, κόλουρου, κολοβωμένη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- befürchtet στα ελληνικά - φόβους, φόβοι, τους φόβους, οι φόβοι, φόβων
- begriffsstutzig στα ελληνικά - κουτός, αμβλεία, αμβλείες, αμβλείας, αμβλείαν
- biosphäre στα ελληνικά - βιόσφαιρα, βιόσφαιρας, της βιόσφαιρας, τη βιόσφαιρα, στη βιόσφαιρα
Τυχαίες λέξεις
Stumpf στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κούτσουρο, μονοκόμματος, βαρετός, απότομος, αμβλύς, πληκτικός, μουχρός, χαζός, μουντός, περικομμένο, ακρωτηριασμένη, περικομμένη, κόλουρου, κολοβωμένη
Μεταφράσεις: κούτσουρο, μονοκόμματος, βαρετός, απότομος, αμβλύς, πληκτικός, μουχρός, χαζός, μουντός, περικομμένο, ακρωτηριασμένη, περικομμένη, κόλουρου, κολοβωμένη