Teilnahmslosigkeit στα ελληνικά
Μετάφραση: teilnahmslosigkeit, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απάθεια, απάθειας, η απάθεια, την απάθεια, αδιαφορία
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- arbeitskraft στα ελληνικά - εργάτης, εργαζόμενος, εργαζομένου, εργαζόμενο, εργαζομένων
- armeen στα ελληνικά - Armeen
- bedarf στα ελληνικά - απαίτηση, θέλω, χρειάζομαι, έλλειψη, ζητώ, απαιτώ, ζήτηση, ...
- drollige στα ελληνικά - αστείος, πρωτόβγαλτου
Τυχαίες λέξεις
Teilnahmslosigkeit στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απάθεια, απάθειας, η απάθεια, την απάθεια, αδιαφορία
Μεταφράσεις: απάθεια, απάθειας, η απάθεια, την απάθεια, αδιαφορία