Tragbarkeit στα ελληνικά

Μετάφραση: tragbarkeit, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κινητικότητα, φορητότητα, φορητότητας, δυνατότητας μεταφοράς, τη φορητότητα, η φορητότητα
Tragbarkeit στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • additionswert στα ελληνικά - αξίζει, αξίζει να, αξίας, που αξίζει, αξίζουν
  • bagatellen στα ελληνικά - Μπαγκατέλλες, μπαγκατέλες, οι Μπαγκατέλλες
  • buhmann στα ελληνικά - μπαμπούλας, μπαμπούλα, φόβητρο, μπαμπούλα για, κανένας μπαμπούλας
Τυχαίες λέξεις
Tragbarkeit στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κινητικότητα, φορητότητα, φορητότητας, δυνατότητας μεταφοράς, τη φορητότητα, η φορητότητα