Trocken στα ελληνικά
Μετάφραση: trocken, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στείρος, άγονος, καραφλός, στεγνός, φαλακρός, ξηρός, ξηρό, ξηρού, ξηρά, ξηρή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- aufschlag στα ελληνικά - πέτο, ρεβέρ, προσαύξηση, επιβάρυνση, επιπλέον χρέωση, με επιπλέον χρέωση, χρέωση
- bekundende στα ελληνικά - εκδηλώνεται, εκδηλώνονται, που εκδηλώνεται, εκδηλώνουν, εκδηλώνει
- betitelt στα ελληνικά - με τίτλο, τίτλο, με τον τίτλο, τίτλου, του τίτλου
- diagrammatisches στα ελληνικά - διαγραμματική, σχηματική, διαγραμματικά, διαγραμματικές, διαγραμματικό
Τυχαίες λέξεις
Trocken στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στείρος, άγονος, καραφλός, στεγνός, φαλακρός, ξηρός, ξηρό, ξηρού, ξηρά, ξηρή
Μεταφράσεις: στείρος, άγονος, καραφλός, στεγνός, φαλακρός, ξηρός, ξηρό, ξηρού, ξηρά, ξηρή