Um στα ελληνικά

Μετάφραση: um, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
για, περίπου, λίγοι, μερικός, σε, γύρω, μερικοί, πρόχειρα, περί, σχετικά με, σχετικά, για το
Um στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aufgewickelt στα ελληνικά - πληγή, τραύμα, τραύματος, πληγής, του τραύματος
  • bäuche στα ελληνικά - κοιλιές, κοιλιά, τις κοιλιές, κοιλιακή χώρα, κοιλιών
  • cabriolet στα ελληνικά - μετατρέψιμος, είδος άμαξας, Cabriolet, καμπριολέ
  • dachaufsatz στα ελληνικά - πύργος, πύργο, Tower, πύργου, πύργο του
Τυχαίες λέξεις
Um στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: για, περίπου, λίγοι, μερικός, σε, γύρω, μερικοί, πρόχειρα, περί, σχετικά με, σχετικά, για το