Umweltbelastung στα ελληνικά
Μετάφραση: umweltbelastung, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ρύπανση, μίασμα, μόλυνση, οικολογική καταστροφή, οικολογική ζημία, οικολογική ζημιά, οικολογικές ζημίες, οικολογικής ζημίας
Μεταφράσεις
- ausgedient στα ελληνικά - παλαίμαχος, είχε, είχαν, έπρεπε, έχει, ήταν
- ausraubend στα ελληνικά - ληστεία, καταλήστευση, λιθορυχία, αποστέρηση
- brände στα ελληνικά - πυρκαγιών, πυρκαγιές, φωτιές, τις πυρκαγιές, των πυρκαγιών
- demenz στα ελληνικά - άνοια, άνοιας, την άνοια, της άνοιας, η άνοια
Τυχαίες λέξεις
Umweltbelastung στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ρύπανση, μίασμα, μόλυνση, οικολογική καταστροφή, οικολογική ζημία, οικολογική ζημιά, οικολογικές ζημίες, οικολογικής ζημίας
Μεταφράσεις: ρύπανση, μίασμα, μόλυνση, οικολογική καταστροφή, οικολογική ζημία, οικολογική ζημιά, οικολογικές ζημίες, οικολογικής ζημίας