Unablässig στα ελληνικά

Μετάφραση: unablässig, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ενδελεχής, παντοτινός, ασταμάτητος, ακατάπαυστα, αδιάκοπα, ασταμάτητα, διαρκώς, συνεχώς
Unablässig στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • armbrust στα ελληνικά - βαλλίστρα, τόξο, crossbow, βαλλίστρας, βαλλιστρών
  • berühmtheiten στα ελληνικά - διασημότητες, προσωπικότητες, διασημοτήτων, προσωπικοτήτων, celebrities
  • blabla στα ελληνικά - αερολογίες, άρες μάρες
  • dachs στα ελληνικά - παρενοχλώ, ασβός, ασβού, badger, ασβών, ασβό
Τυχαίες λέξεις
Unablässig στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ενδελεχής, παντοτινός, ασταμάτητος, ακατάπαυστα, αδιάκοπα, ασταμάτητα, διαρκώς, συνεχώς