Λέξη: προηγούμαι

Σχετικές λέξεις: προηγούμαι

προηγούμαι συνώνυμα, προηγούμαι συνώνυμο, προηγούμαι κλίση, προηγούμαι αγγλικά

Συνώνυμα: προηγούμαι

προπορεύομαι, εισάγω, προανακρούω, προαγγέλω

Μεταφράσεις: προηγούμαι

προηγούμαι στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
precede, prelude, forego, go before

προηγούμαι στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
anteceder, preceder, preceder a, precederá, preceden, precede

προηγούμαι στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
vorausgehen, vorangehen, vorhergehen

προηγούμαι στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
précédent, précédons, devancer, avance, dépasser, précédez, précéder, précède, précédera, précèdent, précéder la

προηγούμαι στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
precedere, precederà, precedono, precede, precedere la

προηγούμαι στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
preceda, predispor, preceder, anteceder, precedem, precede, preceder a

προηγούμαι στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
voorzijn, voorafgaan, voorgaan, voorafgaan aan, voorafgegaan, voorafgaat

προηγούμαι στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
превосходить, превзойти, предпосылать, предшествовать, предшествуют, предшествует, предварять, впереди

προηγούμαι στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
forut, foran, forut for, gå forut, gå forut for

προηγούμαι στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
föregå, före, föregår, föregås, föregås av

προηγούμαι στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
edeltää, ennen, edeltävät, edeltävien, edellettävä

προηγούμαι στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
forud, forud for, gå forud, gå forud for, går forud

προηγούμαι στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
předejít, předcházení, předcházet, předcházejí, předchází

προηγούμαι στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
wyprzedzać, poprzedzić, poprzedzać, poprzedzają, poprzedzone, poprzedza

προηγούμαι στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
megelőz, megelőzik, előznie, megelőzi, előzi

προηγούμαι στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
önce, önüne, öncesinde, öncülük, başlanmasından önce

προηγούμαι στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
обережності, передувати, передуватиме, передуватимуть

προηγούμαι στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
paraprij, paraprijë, paraprijnë, paraprirë, t'i paraprijë

προηγούμαι στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
предхожда, предшестват, предшества, предхождат, да предхожда

προηγούμαι στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
папярэднічаць

προηγούμαι στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
eelnema, eelneda, eelneb, eelnevad, eelnenud

προηγούμαι στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
nalaziti, prethoditi, zauzimati, prethode, prethodi, ispred, preteći

προηγούμαι στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
undan, á undan, undanfari, fyrri verða, undanfarar

προηγούμαι στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
būti anksčiau, prieš, anksčiau, ankstesnė, būti ankstesnė

προηγούμαι στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
ievadīt, pirms, notiek pirms, agrāks

προηγούμαι στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
претходат, му претходат, да му претходат, му претходи, претходат на

προηγούμαι στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
preceda, preceadă, precede, preced, să preceadă

προηγούμαι στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
uvést, pred, predhoden, pred njim, pojaviti pred

προηγούμαι στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
predchádzať, zabrániť, predchádzanie, predísť, prevenciu
Τυχαίες λέξεις