Λέξη: ζήλος
Σχετικές λέξεις: ζήλος
υπερβάλλων ζήλος, παντελής ζήλος, ζήλος αθανάσιος, ζήλος in english, ζήλος λήψεται λαόν απαίδευτον, ζήλος τι σημαινει, ζήλος συνώνυμα, αργύρης ζήλος, ζήλος ετυμολογία, ζήλος ορισμός
Συνώνυμα: ζήλος
ορμή, ενθουσιασμός, ζέση, δριμύτητα, οξύτης, οξύτητα, δριμύτης, φανατισμός, προθυμία, ανυπομονησία
Μεταφράσεις: ζήλος
ζήλος στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
zest, zeal, eagerness, fervency, ardor, zealotry
ζήλος στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
celo, ardor, afán, ahínco, deleite, fervor, entusiasmo, el celo
ζήλος στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
eifer, gefallen, begeisterung, pikanterie, pflichteifer, diensteifer, lust, Eifer, Eifers, Fleiß
ζήλος στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
délice, enthousiasme, arôme, piquant, gré, empressement, ferveur, odeur, assiduité, assaisonnement, aise, plaisir, régal, allégresse, verve, épice, zèle, le zèle, ardeur, de zèle, un zèle
ζήλος στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
zelo, ardore, fervore, entusiasmo, lo zelo, slancio
ζήλος στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
fervor, zâmbia, ardor, zelo, o zelo, entusiasmo
ζήλος στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
gloed, ambitie, vuur, ijver, enthousiasme, geestdrift, de ijver
ζήλος στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
ретивость, тщательность, тщание, рвение, пикантность, рачительность, рьяность, прилежание, энтузиазм, радение, горячность, цедра, темперамент, старательность, огонек, ревность, усердие, пыл, рвением
ζήλος στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
behag, krydder, iver, nidkjærhet, glød, Guds nidkjærhet
ζήλος στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
nit, iver, zeal, nitälskan, entusiasm
ζήλος στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
ryydittää, vimmaisuus, intohimo, vimma, maustaa, innokkuus, into, hartaus, kiihko, intoa, kiivaus, zeal, kiivaudessani
ζήλος στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
iver, nidkærhed, iver for, ildhu
ζήλος στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
zanícení, koření, horlivost, elán, potěšení, vůně, zápal, nadšení, radost, požitek, chuť, horlivosti
ζήλος στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
aromat, chęć, gorliwość, wigor, ochota, energia, rozkosz, zainteresowanie, pikanteria, przyprawa, werwa, entuzjazm, zapał, radość, swada, żarliwość, gorliwości, zapału
ζήλος στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
tempó, lelkesedés, buzgóság, buzgalommal, buzgósággal, buzgalma, buzgalom
ζήλος στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
heves, zeal, coşkusu, gayret, hevesi
ζήλος στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
нулі, живопліт, завзяття, прагнення, запопадливість, старанність
ζήλος στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
zell, zelli, të bërë zelli, bërë zelli, zellin
ζήλος στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
усърдие, ревност, ревността, хъс, усърдието
ζήλος στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
стараннасць, імкненне, запал, руплівасьць, стараннасці
ζήλος στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
huviäratavus, mõnutunne, innukus, ind, agarus, innukuse, innukust, õhin, püha viha
ζήλος στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
predanost, polet, oštrina, oduševljenje, uživanje, žar, privlačnost, revnost, gorljivost, ljubomora, je ljubomora
ζήλος στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
ákafi, kapp, fjör, Vandlæting, Ákefð, vandlæti, Ákafi, leggur þungar
ζήλος στα λατινικά
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
studium
ζήλος στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
uolumas, užsidegimas, uolumą, uolumo
ζήλος στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
dedzība, aizrautība, centība, degsme, dedzību
ζήλος στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
ревност, ревноста, жар, љубомора, ревносно
ζήλος στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
zel, zelul, râvnă, râvna, zelului
ζήλος στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
gorečnost, vnema, gorečnosti, vnemo
ζήλος στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
zápal, nadšení, chuť, šmrnc, horlivosť, nadšenie, horlivosti
Τυχαίες λέξεις