Unbelebt στα ελληνικά
Μετάφραση: unbelebt, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άψυχος, άψυχα, άψυχο, άψυχων, άψυχη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- albern στα ελληνικά - γελοίος, κουτός, αδέξιος, παράλογος, περίγελος, χαζός, ανίκανος, ...
- ansteigende στα ελληνικά - αυξανόμενη, αύξηση, αυξάνοντας, αύξηση της, την αύξηση
- ausfallsicherheit στα ελληνικά - αξιοπιστία, σταθερότητα, σταθερότητα του συστήματος, η σταθερότητα του συστήματος, της σταθερότητας του συστήματος, σταθερότητας του συστήματος, τη σταθερότητα του συστήματος
- dokumentarisch στα ελληνικά - ντοκυμαντέρ, ντοκιμαντέρ, εγγράφων, έγγραφα, τεκμηρίωσης
Τυχαίες λέξεις
Unbelebt στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άψυχος, άψυχα, άψυχο, άψυχων, άψυχη
Μεταφράσεις: άψυχος, άψυχα, άψυχο, άψυχων, άψυχη