Λέξη: απόσταξη

Σχετικές λέξεις: απόσταξη

απόσταξη πορτοκαλιού, απόσταξη αρωματικών φυτών, απόσταξη κρασιού, απόσταξη αιθέριων ελαίων, απόσταξη υπό κενό, απόσταξη τσίπουρου, απόσταξη του νερού, απόσταξη αιθέριων ελαίων στο σπίτι, απόσταξη με υδρατμούς, απόσταξη νερού

Μεταφράσεις: απόσταξη

απόσταξη στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
distillation, distillation of, distilled, distilling, distilled off

απόσταξη στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
destilación, de destilación, la destilación, destilación de, destilación al

απόσταξη στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
destillation, Destillation, Destillations, destillativ, der Destillation

απόσταξη στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
distillation, la distillation, une distillation, de distillation, distillation à

απόσταξη στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
distillazione, di distillazione, la distillazione, distillazione di, della distillazione

απόσταξη στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
destilação, de destilação, destilação de, a destilação, destila�o

απόσταξη στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
distillatie, destillatie, de distillatie, distilleren, de destillatie

απόσταξη στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
выгонка, квинтэссенция, дистилляция, сущность, ректификация, перегонка, возгонка, винокур, дистилляции, перегонки, дистилляционной

απόσταξη στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
destillasjon, destillering, destillasjonen, destillasjons

απόσταξη στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
destillation, destillering, destination, destillationen

απόσταξη στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
tislaus, tislaamalla, tislauksesta, tislauksen, tislausta

απόσταξη στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
destillation, destillationen, destillering

απόσταξη στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
destilování, destilace, destilační, destilaci, destilací

απόσταξη στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
destylacja, destylacji, destylację, destylacyjna, do destylacji

απόσταξη στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
lepárlás, desztilláció, lepárolás, desztillációs, desztillációval, lepárlási, desztillálással

απόσταξη στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
damıtma, distilasyon, destilasyon, damıtım

απόσταξη στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
квінтесенція, перегонка, ректифікація, дистиляція, дистиляції

απόσταξη στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
distilim, distilimit, e distilimit, distilimi, distilimit me

απόσταξη στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
дестилация, дестилацията, дестилиране, дестилационна

απόσταξη στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
дыстыляцыя

απόσταξη στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
destillatsioon, destillatsioonil, destilleerimise, destilleerimisel, destilleerimiseks

απόσταξη στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
destilacija, destilacije, destilaciju, destilacijom, destiliranje

απόσταξη στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
eimingu, eiming, eima, eimingar, Eimingunni

απόσταξη στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
distiliacija, distiliavimas, distiliavimo, distiliacijos, distiliavimą

απόσταξη στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
destilācija, destilācijas, destilāciju, destilēšanas, pārtvaice

απόσταξη στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
дестилација, дестилацијата, дестилирање, дестилација на, на дестилација

απόσταξη στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
distilare, de distilare, distilarea, distilării

απόσταξη στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
destilacija, destilacije, destilacijo, destilaciji, destilacijski

απόσταξη στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
destilácia, destilácie, destiláciou, destiláciu, destilácii
Τυχαίες λέξεις