Ungewissheit στα ελληνικά
Μετάφραση: ungewissheit, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αμφισβητώ, αμφιβάλλω, αμφιβολία, αβεβαιότητα, αβεβαιότητας, η αβεβαιότητα, ανασφάλεια, την αβεβαιότητα
Μεταφράσεις
- aktualisieren στα ελληνικά - αναβάθμιση, αναβαθμίζω, ενημέρωση, επικαιροποίηση, ενημερωμένη έκδοση, ενημερωμένη, ενημερωμένης έκδοσης
- aufzählend στα ελληνικά - αρίθμηση, μέτρηση, καταμέτρηση, μετρώντας, απαρίθμηση
- bis στα ελληνικά - ώσπου, ταμείο, μέχρι, να, για, προς, σε, ...
- brasilianisch στα ελληνικά - βραζιλιανός, Βραζιλίας, της Βραζιλίας, βραζιλιάνικη, Βραζιλιάνος
Τυχαίες λέξεις
Ungewissheit στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αμφισβητώ, αμφιβάλλω, αμφιβολία, αβεβαιότητα, αβεβαιότητας, η αβεβαιότητα, ανασφάλεια, την αβεβαιότητα
Μεταφράσεις: αμφισβητώ, αμφιβάλλω, αμφιβολία, αβεβαιότητα, αβεβαιότητας, η αβεβαιότητα, ανασφάλεια, την αβεβαιότητα