Λέξη: αποχώρηση

Σχετικές λέξεις: αποχώρηση

αποχώρηση just the 2 of us, αποχώρηση αρβανίτη, αποχώρηση από το just the two of us, αποχώρηση just the two of us, αποχώρηση the voice, αποχώρηση ευαγγελάτου, αποχώρηση j2us, αποχώρηση τζωρτζίνας, αποχώρηση από το just the 2 of us, αποχώρηση just, dancing αποχώρηση

Συνώνυμα: αποχώρηση

εσοχή, διακοπή, κοίλωμα τοίχου, απομεμονωμένο μέρος, απόσχιση, απόσυρση, ανάκληση, αφαίρεση, ανάληψη, τράβηγμα

Μεταφράσεις: αποχώρηση

αποχώρηση στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
walkout, withdrawal, secession, departure, retirement, leaving

αποχώρηση στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
retirada, retiro, la retirada, abstinencia, de retirada

αποχώρηση στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
sezession, trennung, rückzug, entziehung, ausscheiden, arbeitseinstellung, entzug, abhebung, Rückzug, Rücktritt, Abzug, Entzug, Entnahme

αποχώρηση στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
rappel, retrait, désaveu, retraite, sécession, désistement, forfait, débrayage, repli, grève, révocation, abandon, le retrait, rétractation, sevrage, de retrait

αποχώρηση στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
ritiro, ritirata, revoca, recesso, prelievo, il ritiro

αποχώρηση στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
retirada, revogação, a retirada, de retirada, abstinência

αποχώρηση στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
opname, intrekking, terugtrekking, de intrekking, ingetrokken

αποχώρηση στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
забастовка, изъятие, отведение, отвод, отнятие, вывод, снятие, отозвание, отвлечение, отход, аннулирование, отзыв, отдергивание, уход, выход, отток

αποχώρηση στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
uttak, tilbaketrekning, tilbaketrekking, trekning, uttaks

αποχώρηση στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
återtåg, tillbakadragande, indragning, återkallande, återkallelse, ånger

αποχώρηση στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
nosto, vetäytyminen, peruuttaminen, peruuttamisesta, peruuttamista, peruuttamisen

αποχώρηση στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
tilbagetrækning, tilbagekaldelse, inddragelse, tilbagetrækningen, trækkes tilbage

αποχώρηση στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
stávka, stažení, odvolání, odchod, odnětí, ústup, odstoupení, zrušení, odejmutí

αποχώρηση στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
podjęcie, wycofywanie, cofnięcie, wypłacenie, odwrót, wycofanie, odwołanie, strajk, odebranie, wycofania, cofnięcia

αποχώρηση στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
visszavonulás, visszavonás, visszavonása, elállási, visszavonását, visszavonásáról

αποχώρηση στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
ayrılma, çekilme, çekme, yoksunluk, para çekme, geri çekilme

αποχώρηση στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
забирати, відзивати, відкликати, забрати, догляд, вилучати, відхід, висновок, виведення, вивід, висновку, невтішного висновку

αποχώρηση στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
tërheqje, tërheqja, tërheqjen, tërheqja e, tërheqjes

αποχώρηση στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
оттегляне, изтегляне, отнемане, отказ, теглене

αποχώρηση στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
авадзень, выснову, выснова, вывад, высновы

αποχώρηση στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
pleier, tagasivõtmine, väljaastumine, väljavõtmine, tühistamise, tagasivõtmise

αποχώρηση στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
izuzeće, odustajanje, oduzimanje, opoziv, odlazak, povlačenje, povlačenja, povlačenju, podizanje, povlacenje

αποχώρηση στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
afturköllun, hætt, Afturköllunin, úttekt, uppsögn

αποχώρηση στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
atšaukimas, pasitraukimas, panaikinimas, registracijos panaikinimo

αποχώρηση στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
atsaukšana, atsaukšanu, izņemšana, izstāšanās

αποχώρηση στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
повлекување, повлекувањето, повлекување на, одземање, повлекува

αποχώρηση στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
retragere, retragerea, de retragere, retragerii, retractare

αποχώρηση στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
stávka, umik, preklic, odvzem, preklicu, umika

αποχώρηση στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
skončení, stávka, ústup, odňatia, odňatie, odňatí, zrušenie, odobratí

Στατιστικά δημοτικότητας: αποχώρηση

Τυχαίες λέξεις