Verfolgen στα ελληνικά
Μετάφραση: verfolgen, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κυνηγώ, ίχνος, σκύλος, ουρά, πίστα, επιδιώκω, ίχνη, παγανίζω, μονοπάτι, ασκώ, ακολουθώ, ακολουθήστε, ακολουθούν, ακολουθήσουν, ακολουθήσει, ακολουθήσετε
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- aufflammend στα ελληνικά - απίστευτα, καμμένος, καυτό, φλεγόμενη, προτεταμένα
- ausreise στα ελληνικά - απόκλιση, αναχώρηση, αφήνοντας, αφήνει, έβγαλε, έξοδο, αποχωρούσα
- boje στα ελληνικά - σημαδούρα, σημαντήρα, πλωτήρα, σημαντήρας, Πλωτήρας
- claim στα ελληνικά - διεκδίκηση, ισχυρισμός, διεκδικώ, ισχυρίζομαι, claimsoft
Τυχαίες λέξεις
Verfolgen στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κυνηγώ, ίχνος, σκύλος, ουρά, πίστα, επιδιώκω, ίχνη, παγανίζω, μονοπάτι, ασκώ, ακολουθώ, ακολουθήστε, ακολουθούν, ακολουθήσουν, ακολουθήσει, ακολουθήσετε
Μεταφράσεις: κυνηγώ, ίχνος, σκύλος, ουρά, πίστα, επιδιώκω, ίχνη, παγανίζω, μονοπάτι, ασκώ, ακολουθώ, ακολουθήστε, ακολουθούν, ακολουθήσουν, ακολουθήσει, ακολουθήσετε