Λέξη: ιστός
Σχετικές λέξεις: ιστός
ιστός ονειροκρίτης, ιστόσ τησ αράχνησ, ιστός αράχνης ονειροκρίτης, ιστός φωτισμού, ιστός εκδοτικός οίκος, ιστός χαϊδάρι, ιστός κεραίας, ιστός αράχνης, ιστός σημαίας, ιστόσ τησ πηνελόπησ
Συνώνυμα: ιστός
ύφασμα, υφή, μεμβράνη, κατάρτι, αντένα, δοκός, σχιστόλιθος, πυγμαχία, αγών, κοντάρι, λεπτό χαρτί, χαρτομάντιλο, λεπτό ύφασμα
Μεταφράσεις: ιστός
ιστός στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
tissue, mast, web, tissue is, tissue was
ιστός στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
tejido, árbol, mástil, tejidos, el tejido, de tejido, del tejido
ιστός στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
gewebe, mast, Gewebe, Gewebes
ιστός στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
texture, pylône, lacis, tissu, mât, filet, tissure, réseau, tissus, tissulaire, le tissu, les tissus
ιστός στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
albero, tessuto, tessuti, dei tessuti, del tessuto, il tessuto
ιστός στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
maciço, mastro, pau, tecido, tecidos, de tecido, do tecido, tecidual
ιστός στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
weefsel, mast, weefsels, tissue, het weefsel, zakdoekje
ιστός στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
паутина, мачта, плодокорм, сеть, ткань, сплетение, туссор, ткани, тканей, тканевой
ιστός στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
vev, mast, stang, vevet, tissue
ιστός στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
väv, mast, vävnad, vävnads, vävnaden, vävnader
ιστός στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kangas, salko, kudos, kudoksen, kudosten, kudosta, kudokseen
ιστός στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
mast, væv, vævet, tissue, vævs-
ιστός στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
tkanina, tkanivo, stěžeň, předivo, pletivo, stožár, tkáň, tkáně, tkání, tkáňové, tkáňového
ιστός στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
siatka, tkanka, maszt, bibułka, tkanina, tkanki, tkanek, tkankę, tkankowej
ιστός στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
szövevény, szövedék, szövet, szöveti, szövetek, szövetet, szövetben
ιστός στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
direk, doku, dokusu, dokunun
ιστός στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
прикрашати, масивний, мережу, сплетення, мережа, сплетіння, тканину, тканина, ткань, тканини
ιστός στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
ind, indeve, indet, indet e, indi
ιστός στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
мачта, тъкан, тъканите, тъканна, тъканта
ιστός στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
тканіна, тканіну, ткань, тканіны
ιστός στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
salvrätt, kaardi, kude, kudede, koe, koes, kudedes
ιστός στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
jarbol, stijeg, tkivo, tkanina, koplje, materija, tkiva, tkivu, za tkivo, tkivnog
ιστός στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
vefjum, vef, vefur, vefja, vefi
ιστός στα λατινικά
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
arbor, tela
ιστός στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
audinys, stiebas, audinių, audinio, audiniai, audinį
ιστός στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
masts, audi, audu, audos, audus, audiem
ιστός στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
ткивото, јарболот, ткиво, ткива, на ткивото, ткивата
ιστός στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
ţesut, catarg, țesut, tesut, țesutului, tesutului, țesutul
ιστός στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
epitel, pletivo, tkivo, tkiva, tissue, tkiv, tkivnega
ιστός στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
pletivo, epitel, stožiar, tkanivo, tkanivá, tkaniva
Στατιστικά δημοτικότητας: ιστός
Τυχαίες λέξεις