Verkommen στα ελληνικά
Μετάφραση: verkommen, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παρακμή, παρακμάζω, χειροτερεύω, επιδεινώνω, φθορά, σαπίζω, διεφθαρμένος, διεφθαρμένη, διεφθαρμένους, διεφθαρμένες, διεφθαρμένοι
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- absenz στα ελληνικά - απουσία
- auslistung στα ελληνικά - ρίχνω, πετώ, ξεφορτώνομαι, διαγραφή, διαγραφής, τη διαγραφή, διαγραφή της
- bärtig στα ελληνικά - μουσάτος, γενειοφόρος, γενειοφόρου, γενειοφόρο, γενειοφόρους, γενειάδα
- dialektik στα ελληνικά - διαλεκτική, διαλεκτικής, διαλεκτικό, η διαλεκτική, τη διαλεκτική
Τυχαίες λέξεις
Verkommen στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παρακμή, παρακμάζω, χειροτερεύω, επιδεινώνω, φθορά, σαπίζω, διεφθαρμένος, διεφθαρμένη, διεφθαρμένους, διεφθαρμένες, διεφθαρμένοι
Μεταφράσεις: παρακμή, παρακμάζω, χειροτερεύω, επιδεινώνω, φθορά, σαπίζω, διεφθαρμένος, διεφθαρμένη, διεφθαρμένους, διεφθαρμένες, διεφθαρμένοι