Vermindern στα ελληνικά
Μετάφραση: vermindern, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κλαδεύω, ελαττώνω, μείωση, κοπή, πτώση, μειώνω, εκπίπτω, μικραίνω, μειώνομαι, κόψιμο, ψαλιδίζω, κόβω, κομψός, πέφτω, χαμηλώνω, κουρεύω, μειώσει, να μειώσει, μειώσουν, μειώνουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- befunden στα ελληνικά - βρέθηκαν, βρέθηκε, διαπιστώθηκε, διαπίστωσε, βρεθεί
- bekehrend στα ελληνικά - προσηλυτισμό, προσηλυτισμού, τον προσηλυτισμό, προσηλυτιστική, προσηλυτιστικός
- destruktiv στα ελληνικά - καταστροφικός, υβριστικός, καταχρηστικός, καταστρεπτικός, καταστροφική, καταστροφικές, καταστρεπτική, ...
- drohung στα ελληνικά - απειλή, απειλής, απειλή για, κίνδυνο, κίνδυνος
Τυχαίες λέξεις
Vermindern στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κλαδεύω, ελαττώνω, μείωση, κοπή, πτώση, μειώνω, εκπίπτω, μικραίνω, μειώνομαι, κόψιμο, ψαλιδίζω, κόβω, κομψός, πέφτω, χαμηλώνω, κουρεύω, μειώσει, να μειώσει, μειώσουν, μειώνουν
Μεταφράσεις: κλαδεύω, ελαττώνω, μείωση, κοπή, πτώση, μειώνω, εκπίπτω, μικραίνω, μειώνομαι, κόψιμο, ψαλιδίζω, κόβω, κομψός, πέφτω, χαμηλώνω, κουρεύω, μειώσει, να μειώσει, μειώσουν, μειώνουν