Verzweiflung στα ελληνικά
Μετάφραση: verzweiflung, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άγχος, αγωνιώ, αγωνία, απόγνωση, απελπισία, απελπισίας, απόγνωσης, την απελπισία
Μεταφράσεις
- aufsichtsführende στα ελληνικά - εποπτεία, την εποπτεία, επίβλεψη, εποπτεύει, την επίβλεψη
- ausschließlich στα ελληνικά - αποκλειστικότητα, αποκλειστικός, υπερβολικός, αποκλειστικά, αποκλειστικώς, μόνο, αποκλειστικά και μόνο, ...
- bauer στα ελληνικά - αγρότης, τοίχος, χωριάτης, γεωργός, γεωργό, γεωργού, αγρότη
- disput στα ελληνικά - διένεξη, διαφωνία, διεκδικώ, διαμάχη, διαφοράς, διαφορά, διαφορών
Τυχαίες λέξεις
Verzweiflung στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άγχος, αγωνιώ, αγωνία, απόγνωση, απελπισία, απελπισίας, απόγνωσης, την απελπισία
Μεταφράσεις: άγχος, αγωνιώ, αγωνία, απόγνωση, απελπισία, απελπισίας, απόγνωσης, την απελπισία