Voreingenommenheit στα ελληνικά
Μετάφραση: voreingenommenheit, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πρόληψη, βλάπτω, βλάβη, προκατάληψη, επιφύλαξη, την επιφύλαξη, θίγει, θίγουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- absagen στα ελληνικά - ακυρώνω, ακυρώσει, ακυρώσετε, να ακυρώσει, ακυρώσετε την, να ακυρώσετε
- anstößigkeit στα ελληνικά - προσβλητικότητα, την προσβλητικότητα, απωθητικότητας, επιθετικότητα
- begleitumstand στα ελληνικά - ίχνος-
- chinin στα ελληνικά - κινίνη, κινίνης, Quinine, Η κινίνη, της κινίνης
Τυχαίες λέξεις
Voreingenommenheit στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πρόληψη, βλάπτω, βλάβη, προκατάληψη, επιφύλαξη, την επιφύλαξη, θίγει, θίγουν
Μεταφράσεις: πρόληψη, βλάπτω, βλάβη, προκατάληψη, επιφύλαξη, την επιφύλαξη, θίγει, θίγουν