Wegschaffen στα ελληνικά

Μετάφραση: wegschaffen, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποσύρω, παίρνω, υπαναχωρώ, υπαναχωρώ., μετακομίζω, ξεφορτωθεί, να απαλλαγούμε από, ξεφορτώσου, απαλλαγούμε από, απαλλαγείτε από
Wegschaffen στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • adelte στα ελληνικά - ennobled, εξευγενισμένο, εξευγενίζεται, εξευγένιζε, εξευγενίζουν
  • annäherungslinie στα ελληνικά - ασύμπτωτο, περίπου γραμμική, κατά προσέγγιση γραμμική, προσέγγιση γραμμική, προσέγγιση γραμμικό, κατά προσέγγιση γραμμικό
  • bewehrung στα ελληνικά - ενίσχυση, ενίσχυσης, οπλισμού, την ενίσχυση, ενισχύσεως
Τυχαίες λέξεις
Wegschaffen στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποσύρω, παίρνω, υπαναχωρώ, υπαναχωρώ., μετακομίζω, ξεφορτωθεί, να απαλλαγούμε από, ξεφορτώσου, απαλλαγούμε από, απαλλαγείτε από