Λέξη: μπόσικος
Μεταφράσεις: μπόσικος
μπόσικος στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
slack, loose, bosikos
μπόσικος στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
flojo, soltar, suelto, bosikos
μπόσικος στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
verlassen, schlaff, schlupf, freisetzen, erlösen, lose, los, freilassen, flau, befreien, locker, bosikos
μπόσικος στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
friable, libérer, large, étale, mou, lâcher, largue, lent, aisé, libre, lâche, faible, meuble, atone, détendu, débile, bosikos
μπόσικος στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
rilasciare, floscio, lento, libero, rilassato, allentato, lasciare, largo, ampio, sciolto, bosikos
μπόσικος στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
frouxo, laço, bosikos
μπόσικος στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
mul, rul, bevrijden, verlossen, loslaten, afhelpen, bosikos
μπόσικος στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
волынить, небрежный, зыбкий, прощать, дряблый, медленный, ослаблять, несильный, ненатянутый, слабнуть, слабый, замедлять, развращенный, болтающийся, рыхлый, вольный, bosikos
μπόσικος στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
slakk, slapp, løs, vid, bosikos
μπόσικος στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
slak, slapp, bosikos
μπόσικος στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
väljyys, vapaa, vetelä, laantua, löyhä, löysä, päästää irti, höllä, veltto, vakiintumaton, irtain, avara, irrallinen, välys, epävirallinen, bosikos
μπόσικος στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
sid, løs, frigive, bosikos
μπόσικος στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
mírný, nenapjatý, nenapnutý, svobodný, pomalu, odchlíplý, pomalý, ochablý, volně, chabý, nevázaný, rozvázat, uvolněný, mdlý, sypký, volný, bosikos
μπόσικος στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
stracić, przegrywać, niedbały, sypki, luźny, powolny, strącić, swobodny, leniuchować, wiotki, pusty, rozluźniać, popuszczać, obszerny, powierzchowny, opieszały, bosikos
μπόσικος στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
energiátlan, dologtalanság, lomhán, daraszén, ömlesztett, meglazult, belógás, lazsálás, aprószén, felszabadult, szénpor, széniszap, megereszkedett, pangó, puha, erkölcstelen, bosikos
μπόσικος στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
gevşek, bosikos
μπόσικος στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
неактивний, петлі, недбалий, несильний, розбещений, bosikos
μπόσικος στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
çliroj, bosikos
μπόσικος στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
bosikos
μπόσικος στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
bosikos
μπόσικος στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
lahti, lõtk, lahtine, avar, bosikos
μπόσικος στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
slobodan, odriješen, utoliti, zanemariti, mek, gasiti, labav, bosikos
μπόσικος στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
leysa, tapa, slakur, bosikos
μπόσικος στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
bosikos
μπόσικος στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
atbrīvot, bosikos
μπόσικος στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
bosikos
μπόσικος στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
mlaştină, bosikos
μπόσικος στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
bosikos
μπόσικος στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
voľný, vratký, bosikos