Weich στα ελληνικά

Μετάφραση: weich, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ομαλά, μαλακός, λεία, μαλακό, μαλακή, μαλακά, μαλακών
Weich στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abgerundet στα ελληνικά - στρογγυλεμένες, στρογγυλεμένη, στρογγυλεμένο, στρογγυλευμένο, στρογγυλεμένα
  • abtragend στα ελληνικά - διαβρωτικός, διαβρωτική, διαβρωτικής, διαβρωτικές, διαβρωτικών
  • angeregt στα ελληνικά - ζωηρός, ζωντανή, πολυσύχναστη, ζωντανό, ζωηρή
Τυχαίες λέξεις
Weich στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ομαλά, μαλακός, λεία, μαλακό, μαλακή, μαλακά, μαλακών