Λέξη: ισότητα
Σχετικές λέξεις: ισότητα
ισότητα ορισμός, ισότητα στην εκπαίδευση, ισότητα ανθρώπων, ισότητα των φύλων, ισότητα των δύο φύλων, ισότητα στην υγεία, ισότητα της πρόσβασης στο υγειονομικό σύστημα, ισότητα δύο φύλων, ισότητα τριγώνων, ισότητα εκπαιδευτικών ευκαιριών
Συνώνυμα: ισότητα
ισοτιμία, ισότης, ομαλότητα, ομαλότης
Μεταφράσεις: ισότητα
ισότητα στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
fairness, par, equality, parity, gender, equal, equality of
ισότητα στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
justicia, igualdad, equidad, hermosura, la igualdad, igualdad de, la igualdad de, igualdad entre
ισότητα στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
gerechtigkeit, kulanz, gleichheit, gleichwertigkeit, pari, Gleichberechtigung, Gleichheit, Gleichstellung, Gleichstellungs
ισότητα στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
parité, égalité, neutralité, pair, impartialité, objectivité, moyenne, équité, équivalence, justice, l'égalité, sexes, des sexes
ισότητα στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
giustizia, uguaglianza, parità, la parità, l'uguaglianza, dell'uguaglianza
ισότητα στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
igualdade, a igualdade, igualdade de, da igualdade, igualdade entre
ισότητα στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
gelijkheid, gelijke, de gelijkheid, gelijke behandeling, gelijkwaardigheid
ισότητα στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
паритет, паритетность, справедливость, чистота, номинал, равенство, лояльность, равенства, равноправие, равноправия, равенстве
ισότητα στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
rettferdighet, likhet, likestilling, likeverd, Likestillings-, likestillings
ισότητα στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
jämlikhet, könen, heten, jämställdhet, mellan könen
ισότητα στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
oikeudenmukaisuus, tasa-arvo, reiluus, par, tasa
ισότητα στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
lighed, ligestilling, mellem kønnene, lige, kønnene
ισότητα στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
normál, rovnost, nestrannost, průměr, slušnost, spravedlnost, parita, rovnosti, mužů, a mužů, žen a mužů
ισότητα στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
równość, sprawiedliwość, piękność, godziwość, artykulik, parytet, równości, równouprawnienie, równouprawnienia, równością
ισότητα στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
szépség, egyenrangúság, árfolyam, névérték, egyenérték, korrektség, becsületesség, egyenlőség, egyenlőséget, közötti egyenlőség, egyenlőségre, az egyenlőség
ισότητα στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
adalet, eşitlik, eşitliği, eşitliğin, eşitliğinin, eşitliğini
ισότητα στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
паритетний, номінал, рівність, чесність, паритет
ισότητα στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
barazi, barazia, barazisë, barazinë, e barazisë
ισότητα στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
равенство, половете, равенството, между половете, на половете
ισότητα στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
роўнасць, роўнасьць, роўнасці
ισότητα στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
nägusus, heledanahalisus, õiglus, võrdsus, võrdõiguslikkuse, võrdõiguslikkust, võrdsuse, võrdõiguslikkus
ισότητα στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
jednakost, uglavnom, pravednost, prvenstvo, ravnopravnost, spolova, jednakosti, ravnopravnosti
ισότητα στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
hæfa, jafnrétti, kynjanna, jöfnuður, jafnræði, jafnræðis
ισότητα στα λατινικά
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
aequitas, iustitia
ισότητα στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
lygybė, lygybės, lygybę, lygyb, lygyb ÷
ισότητα στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
vienlīdzība, līdztiesība, līdztiesības, vienlīdzību, līdztiesību
ισότητα στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
еднаквост, рамноправност, рамноправноста, еднаквоста, половите
ισότητα στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
egalitate, egalitatea, egalității, egalitatea de, egalității de
ισότητα στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
par, normál, enakopravnost, enakost, enakosti, spolov, enakopravnosti
ισότητα στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
par, normál, rovnováha, rovnosť, rodovú, rovnosti, rovnaké, rodová
Στατιστικά δημοτικότητας: ισότητα
Τυχαίες λέξεις