Wertlos στα ελληνικά
Μετάφραση: wertlos, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άχρηστος, άνευ αξίας, άχρηστη, άχρηστα, άχρηστο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- allbekannt στα ελληνικά - παγκοσμίως γνωστή, παγκοσμίως γνωστό, γνωστό παγκοσμίως, παντού γνωστή
- angesammelt στα ελληνικά - συσσωρευμένη, συσσωρευμένες, συσσωρευτεί, συσσωρευμένων, συσσωρευμένο
- anlehnung στα ελληνικά - εξάρτηση, εξής, ακόλουθες, ακόλουθα, παρακάτω, ακόλουθο
- borniertheit στα ελληνικά - θρησκοληψία, μισαλλοδοξία, μισαλλοδοξίας, τη μισαλλοδοξία, φανατισμό
Τυχαίες λέξεις
Wertlos στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άχρηστος, άνευ αξίας, άχρηστη, άχρηστα, άχρηστο
Μεταφράσεις: άχρηστος, άνευ αξίας, άχρηστη, άχρηστα, άχρηστο