Wortstreit στα ελληνικά
Μετάφραση: wortstreit, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συζήτηση, διαφωνία, διεκδικώ, διένεξη, υποστηρίζοντας, ισχυριζόμενη, προβάλλοντας, ισχυριζόμενος, ισχυριζόμενο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ahnungslos στα ελληνικά - αθώος, αφελής, ανίδεοι, ανίδεο, ανίδεος, clueless, ανίδεοι για
- ausländerin στα ελληνικά - ξένος, αλλοδαπός, αλλοδαπού, αλλοδαπό, ξένων
- autographierte στα ελληνικά - αυτόγραφα, autographed, υπογραμμένα, τα υπογραμμένα, υπογραμμένων
- blumenessenzen στα ελληνικά - ανθοϊάματα, αποστάγματα λουλουδιών, αποστάγματα των λουλουδιών, ανθοϊαμα, αποσταγμάτων ανθέων
Τυχαίες λέξεις
Wortstreit στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συζήτηση, διαφωνία, διεκδικώ, διένεξη, υποστηρίζοντας, ισχυριζόμενη, προβάλλοντας, ισχυριζόμενος, ισχυριζόμενο
Μεταφράσεις: συζήτηση, διαφωνία, διεκδικώ, διένεξη, υποστηρίζοντας, ισχυριζόμενη, προβάλλοντας, ισχυριζόμενος, ισχυριζόμενο