Fair στα ελληνικά

Μετάφραση: fair, Λεξικό: δανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ξανθός, δίκαιος, μόλις, πανηγύρι, έκθεση, εύλογη, δίκαιη, εύλογης
Fair στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • faglig στα ελληνικά - επαγγελματικός, επαγγελματίας, επαγγελματική, επαγγελματικών, επαγγελματικής
  • fagmand στα ελληνικά - εμπειρογνώμονας, ειδικός, εμπειρογνώμων, επαγγελματίας, επαγγελματικός, επαγγελματική, επαγγελματικών, ...
  • fakkel στα ελληνικά - φακός, δάδα, Torch, φακό, πυρσό
  • faktisk στα ελληνικά - αλήθεια, πραγματικά, πράγματι, πραγματικότητα, στην πραγματικότητα, όντως
Τυχαίες λέξεις
Fair στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ξανθός, δίκαιος, μόλις, πανηγύρι, έκθεση, εύλογη, δίκαιη, εύλογης