Μόλις στα δανικά

Μετάφραση: μόλις, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
blot, præcis, nøjagtig, fair, billig, bare, nøjagtigt, rimelig, retfærdig, kun, lige, netop
Μόλις στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μόλις

μόλις έχασε το λεωφορείο αλλά αυτό που ακολούθησε του έφτιαξε τη μέρα, μόλις χώρισα online, μόλις ξυπνήσω το πρωί - νίκος παπάζογλου, μόλις χώρισα ταινία, μόλις σε είδα, μόλις λεξικό γλώσσας δανικά, μόλις στα δανικά

Μεταφράσεις

  • μωρόπιστος στα δανικά - godtroende, naive, blåøjet, blåøjede
  • μόδα στα δανικά - tendens, mode, måde, tilbøjelighed, facon, fashion, vis
  • μόλος στα δανικά - muldvarp, mol, mol-, mole
  • μόλυβδος στα δανικά - føre, lede, bly, medføre, fører
Τυχαίες λέξεις
Μόλις στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: blot, præcis, nøjagtig, fair, billig, bare, nøjagtigt, rimelig, retfærdig, kun, lige, netop