Forhindre στα ελληνικά

Μετάφραση: forhindre, Λεξικό: δανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εμποδίζω, παρακωλύω, προλαβαίνω, κωλυσιεργώ, αποτρέπω, πρόληψη, την πρόληψη, αποτροπή, εμποδίζουν, αποτρέψει
Forhindre στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • forgæves στα ελληνικά - άκαρπος, άγονος, εγωκεντρικός, ξιπασμένος, ματαιόδοξος, μάταιος, μάταια, ...
  • forhen στα ελληνικά - προηγούμενα, άλλοτε, προηγουμένως, πρώην, παρελθόν, παλαιότερα, στο παρελθόν
  • forhindring στα ελληνικά - παρακώλυση, στένωση, εμπόδιο, το εμπόδιο, hurdle, εμπόδιο για, εμπόδιο που
  • forhold στα ελληνικά - θέση, κατάσταση, πάθηση, σχέση, σχέσης, σχέσεις, σχέσεων, ...
Τυχαίες λέξεις
Forhindre στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εμποδίζω, παρακωλύω, προλαβαίνω, κωλυσιεργώ, αποτρέπω, πρόληψη, την πρόληψη, αποτροπή, εμποδίζουν, αποτρέψει